Στο εσωτερικό αυτί βρίσκονται το όργανο της ακοής (ο κοχλίας) και το όργανο της ισορροπίας (λαβύρινθος), τα οποία επικοινωνούν μεταξύ τους. Έχουμε δύο αυτιά και άρα δύο λαβυρίνθους. Όταν πάσχει ο ένας ή και οι δύο μαζί, τότε εμφανίζεται το σύμπτωμα του Ιλίγγου.
Τι είναι ο ίλιγγος;
Ίλιγγος είναι η ψευδαίσθηση της κίνησης, είτε του ασθενή σε σχέση με το περιβάλλον, είτε του περιβάλλοντος σε σχέση με τον ασθενή. Χαρακτηριστικά σε κάποιες περιπτώσεις οι πάσχοντες αναφέρουν ότι «γυρίζει» το δωμάτιο, ή ότι έρχεται κατάπάνω τους. Μπορεί να εντοπίζεται και έντονο αίσθημα «αστάθειας» όπως το αναφέρουν όταν υποχωρήσουν τα συμπτώματα του ιλίγγου, «σαν να βρίσκονται πάνω σε καράβι». Πολλές φορές θα βιώσουν και τάση για πτώση ή αιώρηση προς όλες τις κατευθύνσεις
Τα συμπτώματα αυτά εμφανίζονται, όταν υπάρχει διαταραχή στον ένα ή και στους δύο λαβυρίνθους. Σε αυτή την περίπτωση, οι πληροφορίες που στέλνουν τα όργανα της ισορροπίας στον εγκέφαλο δεν είναι συμμετρικές, και έρχονται σε αντίθεση και με τις πληροφοριές από την όραση και το υπόλοιπο σώμα, με αποτέλεσμα να βγαίνουν λάθος συμπεράσματα από τον εγκέφαλο.
Πως μπαίνει η διάγνωση;
Δε θα ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι η λήψη ενός λεπτομερούς ιστορικού είναι αρκετή, σε ένα μεγάλο ποσοστό, να κατευθύνει στη σωστή διάγνωση.
Το πρώτο μέλημα του εξεταστή είναι να διευκρινίσει εάν ο ασθενής παραπονείται για αίσθημα περιστροφής ή αίσθημα αστάθειας οπότε, επιβεβαιώνεται ότι πρόκειται για συμπτωματολογία του αιθουσαίου συστήματος (που είναι υπεύθυνο για την ισορροπία του ασθενούς) δηλαδή βασικά του λαβυρίνθου. Αντίθετα, εάν με τον όρο «ζάλη» ο εξεταζόμενος εννοεί κάποιο άλλο σύμπτωμα – και αυτό δεν είναι σπάνιο -, τότε θα πρέπει να αναζητηθούν τα αίτια αλλού. Όχι σπάνια, λοιπόν, συμπτώματα όπως οι κεφαλαλγίες, οι εμβοές, η σκοτοδίνη, η τάση προς λιποθυμία ή ακόμη και η απώλεια συνείδησης είναι δυνατό να περιγραφούν σαν «ζάλη». Εφόσον επιβεβαιωθεί ότι πρόκειται για πάθηση που αφορα την ισορροπία, θα πρέπει να διευκρινιστεί εάν το σύμπτωμα είναι αίσθημα περιστροφής συνοδευόμενο με αστάθεια, ή απλά μόνο αίσθημα αστάθειας.
Το χαρακτηριστικό εύρημα του αρρώστου που πάσχει από ίλιγγο είναι ο νυσταγμός, δηλαδή ακούσιες ρυθμικές κινήσεις των οφθαλμών, οι οποίες χαρακτηρίζονται από μια ταχεία και μια βραδεία φάση. Η αναζήτηση και μελέτη των χαρακτηριστικών του νυσταγμού αποτελεί, μετά τη λήψη ενός λεπτομερούς ιστορικού, τη δεύτερη σημαντικότερη διαγνωστική διαδικασία. Διακρίνεται σε αυτόματο και προκλητό. Ο αυτόματος είναι πάντοτε παθολογικός, ενώ ο προκλητός αποτελεί φυσιολογική αντίδραση σε αιθουσαίο ερέθισμα. Ένας άλλος τύπος νυσταγμού είναι ο νυσταγμός θέσεως. Αυτός δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ούτε ως αυτόματος, ούτε ως προκλητός. Εκλύεται με τις αλλαγές θέσεως της κεφαλής. Τέλος, ο συγγενής νυσταγμός είναι παρών κατά τη γέννηση.
Ένα άλλο σημαντικό σημείο που θα πρέπει να διευκρινιστεί στο ιστορικό είναι η συνύπαρξη συμπτωμάτων από την ακοή. Σε τρεις κυρίως περιπτώσεις συνοδεύει τον ίλιγγο νευροαισθητήρια βαρηκοΐα: στη νόσο του Meniere, στο ακουστικό νευρίνωμα και στην αιφνίδια βαρηκοΐα. Σπανιότερες παθήσεις με νευροαισθητήρια βαρηκοΐα είναι το περιλεμφικό συρίγγιο και οι λαβυρινθίτιδες.
Ποιές είναι οι πιο κοινές παθήσεις;
Ο ίλιγγος είναι δυνατό να επιδεινώνεται με τις αλλαγές θέσεως της κεφαλής σε όλες σχεδόν τις παθήσεις του αιθουσαίου συστήματος, περιφερικές ή κεντρικές. Σε ορισμένες όμως περιπτώσεις εκλύεται μόνο κατ’ αυτό τον τρόπο και τότε είναι παθογνωμονικό συγκεκριμένης πάθησης, του καλοήθους ιλίγγου θέσεως. Συχνά, μάλιστα, ο ασθενής αναφέρει μόνος του ότι για πρώτη φορά αισθάνθηκε έτσι στο κρεβάτι αλλάζοντας από την μια πλάγια θέση κατάκλισης στην άλλη. Κατά τη λήψη, λοιπόν, του ιστορικού θα πρέπει ο ιατρός να αναζητά τέτοιου είδους συσχετίσεις και να προσπαθεί να προσδιορίσει την αποκλειστική ή όχι έκλυση των συμπτωμάτων με τις κινήσεις αυτές. Η βασική δοκιμασία για την έκλυση του νυσταγμού θέσεως είναι η δοκιμασία Dix-Hallpike. Η δοκιμασία εκτελείται με τον ασθενή να μετακινείται γρήγορα από την καθιστή στην ύπτια θέση και το αντίστροφο. Στη δεξιά δοκιμασία η κεφαλή στρέφεται 30 μοίρες προς τα δεξιά και στην αριστερή στρέφεται 30 μοίρες προς τα αριστερά. Η δοκιμασία Dix-Hallpike αποτελεί βασικό μέρος του πρωτοκόλλου της εξέτασης του αιθουσαίου συστήματος. Κατά τη θετική δοκιμασία εκλύεται νυσταγμός, που οφείλεται συνήθως στην παρουσία του καλοήθους παροξυσμικού ιλίγγου θέσεως (ΚΠΙΘ), που είναι βλάβη λαβυρινθικής προέλευσης και αποτελεί τη συνηθέστερη περιφερική αιθουσαία πάθηση. Συνίσταται σε παροδικό, βραχείας διάρκειας έντονο ίλιγγο που προκαλείται από ταχεία αλλαγή της θέσεως της κεφαλής, και συνοδεύεται από χαρακτηριστικό παροξυσμικό νυσταγμό θέσεως. Η διάγνωση τίθεται εύκολα, με την εκτέλεση ειδικών διαγνωστικών δοκιμασιών, η δε θεραπεία είναι επιτυχής με ειδικές ασκήσεις-χειρισμούς που σκοπό έχουν την επανατοποθέτηση των κρυστάλλων ωτοκονίας που στην πάθηση αυτή έχουν αποκολληθεί.
Η νόσος Ménière χαρακτηρίζεται από υποτροπιάζοντα επεισοδιακό ίλιγγο, αυξομειούμενη βαρηκοΐα, αίσθημα πίεσης στο αυτί και εμβοές. Η διάγνωση της νόσου, παρά τη βοήθεια διαφόρων εξειδικευμένων εργαστηριακών μεθόδων όπως η ηλεκτροκοχλιογραφία ή τα αιθουσαία προκλητά μυογενή δυναμικά, βασίζεται κυρίως σε κλινικά κριτήρια. Σημαντική είναι η διαφορική διάγνωση από άλλες περιφερικές ή οπισθολαβυρινθικές και κεντρικές αιθουσαίες παθήσεις, με παρόμοια συμπτωματολογία. Η θεραπεία της παθήσεως είναι συντηρητική, κυρίως με διουρητικά φάρμακα, ενώ επί αποτυχίας εφαρμόζονται ενδοτυμπανικές εγχύσεις, δηλαδή ενέσεις είτε κορτικοστεροειδών είτε ωτοτοξικών φαρμάκων στο μέσο αυτί.
Η αιθουσαία νευρίτιδα εμφανίζεται με κύριο σύμπτωμα τον αιφνίδιο, έντονο και παρατεταμένο ίλιγγο, διαρκείας αρκετών ημερών, με συνοδά συμπτώματα ναυτίας, εμέτων και εφίδρωσης χωρίς άλλα συμτώματα και ευρήματα. Η κλινική πορεία της νόσου διαφέρει. Στους περισσότερους ασθενείς επέρχεται πλήρης αποκατάσταση της ισορροπίας, και σε μερικούς όχι. Συνήθως, τα αρχικά έντονα συμπτώματα υποχωρούν εντός ολίγων ημερών.
Η αντιμετώπιση κατά την αρχική φάση έχει σαν σκοπό την άμεση ανακούφιση του πάσχοντος από τα συμπτώματα, συνίσταται δε χορήγηση κατασταλτικών φαρμάκων του λαβυρίνθου, αντιεμετικών και κορτικοστεροειδών. Απώτερος σκοπός είναι η ταχύτερη ανάρρωση, με κινητοποίηση του ασθενούς και ανάληψη όλων των καθημερινών δραστηριοτήτων του. Σε τούτο συμβάλλει η εκτέλεση ειδικών ασκήσεων.
Η Αιθουσαία ημικρανία είναι άλλη μια πολύ συχνή πάθηση που προκαλεί ίλιγγο. Εμφανίζεται σε άτομα που έχουν ιστορικό κεφαλαλγιών και ημικρανιών. Πρωτέυον σύμπτωμα είναι η αστάθεια ή και κρίσεων ιλίγγου, παρατηρείται σε όλες τις ηλικίες και αφορά συχνότερα τις γυναίκες. Η θεραπεία στοχεύει στην τροποποίηση των καθημερινών συνηθειών και τη διατροφή του αρρώστου, και συνοδεύεται από φαρμακευτική αγωγή.